Δευτέρα 17 Μαΐου 2010

Απολογισμός της ημέρας

Με ξύπνησε η γκρίνια της 9 χρονης αδερφής μου. Σηκώθηκα με νεύρα και μουρμούρησα κάτι ακατάλυπτα σχετικά με τα νεύρα όταν σηκώνομαι με νεύρα από τη γκρίνια της Κατερίνας και τη γκρίνια που με πιάνει όταν έχω νεύρα το πρωί και γκρινιάζω και μετά προσπαθώ ξανακοιμηθώ αλλά η γκρίνια και τα νεύρα και η Κατερίνα και η μουρμούρα.... Στη συνέχεια διάβασα με μούτρα και νεύρα ένα περιοδικό-δώρο (μη χέσω) μιας κυριακάτικης εφημερίδας,.Το περιοδικό μου προκάλεσε νεύρα, μμμ εκνευρισμό, (για να μην χρησιμοποιώ τις ίδιες λέξεις,να διανθίσω κάπως το κείμενο!!) με τις μπούρδες που έγραφε και που ούτε μπορώ να θυμηθώ μία, για να την φέρω ως παράδειγμα( κι έτσι το κείμενό μου δεν είναι εμπεριστατωμένο με επιχειρήματα, ούτε με παραπομπές). Στη συνέχεια ήρθαν οι παππούδες της αδερφής μου (μα καλά γιατί υπερίσχυσε να λέμε το ζεύγος παππού και γιαγιάς ΠΑΠΠΟΥΔΕΣ κι όχι ΓΙΑΓΙΑΔΕΣ-μυρίζομαι ανισότητα μεταξύ των δύο φύλων εδώ). Και μετά θυμήθηκα τη φίλη μου τη Χριστίνα, κι ύστερα το ράδιο έπαιζε μαλακίες-συγγνώμη, μουσική που δεν ταίριαζε με τη διάθεση μου αλλά ούτε με την αισθητική μου (είδατε τι ωραία που το θέτω τελικά;) Κι έπειτα έβαλα να ακούσουμε Rene Aubry "memoirs du futur", την ώρα δηλαδή που τρώγαμε κουτσομούρες και κολλιούς πλακύ και υποθέτω πως η μουσική μου παρέμβαση διόλου δεν άρεσε στις καημένες τις ΓΙΑΓΙΑΔΕΣ της αδερφής μου (είμαστε ετεροθαλείς). Μετά (ξέρω όλους τους χρονικούς συνδέσμους, νομίζω είναι εμφανές) πήγαμε στο σπίτι του θείου Νίκου, όπου ήταν και η ξαδέρφη μας η Νεφέλη και παίξαμε μήλα και στη συνέχεια πήγαμε να παίξουμε κορόϊδο αλλά εγώ είμαι μεγάλο κορόϊδο γιατί έφαγα μια βούτα μα τι βούτα (!) και μετά παραιτήθηκα γιατί μάλλον χτύπησα καλά και ύστερα πήγα μέσα ενώ οι άλλοι έπαιζαν και όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια( γιατί εκεινη την ώρα δεν το ήξερα ότι θα συμβεί, αλλά σε σας το λέω, προοικονομία το λένε αυτό, το έκανε κι ο Όμηρος στην Οδύσσεια,) είχα πονοκέφαλο για τις επόμενες 9 ώρες. Πήγα λοιπόν μέσα στο σαλόνι και για να σκοτώσω την ώρα μου, έπαιξα ένα παιχνίδι για την ευαισθητοποίηση των παιδιών απέναντι στο υπ'αριθμόν ένα επαπειλούμενο ζώο της Μεσογείου, τη θαλάσσια φώκια Monachus- Monachus και επείδή είμαι πολύ άχρηστη σκότωσα 5-6 φώκιες τις οποίες έριξα πάνω στα δίχτυα του ψαρά(βγαίνει η βαρκούλα, βγαίνει η βαρκούλα του ψαρά). Όταν εκτός από τις φώκιες σκότωσα και την ώρα μου,γύρισα σπίτι και είδα μια αμερικανιά (τον τίτλο δεν τον αναφέρω γιατί ντρέπομαι) και για μία ακόμη φορά τσατίστηκα με τον εαυτό μου που έπεσε σε αυτήν την παγίδα.......και τέλος πήγα στην πρόβα μου, όπου δεν πρόσφερα τίποτα, ήμουν ένα άχρηστο tir-bouchon ( ναι παίζω και το tir-bouchon καθώς και μία πορσελάνινη κούπα τσαγιού) και σκεφτόμουν πότε θα περάσει η ώρα να πάω σπίτι---τώρα είμαι σπίτι και σιγοτραγουδάω:

"Όταν κάτι περιμένεις να γίνει
τότε περνάει έτσι ο καιρός
τον χρόνο τον προφταίνουν εκείνοι
που δεν ψάχνουν γιατί και πώς..."

Πώς λοιπόν θα προφτάσω τον χρόνο...
Πώς θα σηκωθώ?

Υ.Γ1= Τα είδα το ορθογραφικά μου λάθη αλλά βαααααριέμαι τώρα να διορθώνω.
Υ.Γ2= Οι στίχοι είναι από το τραγούδι της Μαρίας Βουμβάκη "Η Ιστορία και η Ευτυχία", από το δίσκο "Μέσα σε πόλεις και σε κύματα συγχρόνως".
Υ.Γ3= Προηγήθηκε της ανάρτησης, η ανάγνωση ενός ποστ στο μπλόγκ του Bosko, που αν μη τι άλλο με έκανε για λίγο να γελάσω.
http://bosko-hippydippy.blogspot.com/2010/05/by-night.html

Τρίτη 4 Μαΐου 2010

Ναπολέων Λαπαθιώτης

Θυμάμαι, ενώ χωρίζαμε στη μαρμαρένια σκάλα
σταθήκαμε μία στάλα
και μου'πες θα ξανάρθεις
για να χαρώ; (ποιός ξέρει;)
μετά το καλοκαίρι

Και τη στιγμή που βγαίναμε στη στράτα τη μεγάλη
μου το ξανάπες πάλι
κι απάνω εκεί χωρίσαμε
(χωρίσαμε σα φίλοι)
μ'ένα φιλί στα χείλη.

Πέρασε το φθινόπωρο, κακός βοριάς σιμώνει
κι είναι η καρδιά μου μόνη
κοντοζυγώνει η παγωνιά,
τα σύννεφα κι η μπόρα
(και τι θα γίνω τώρα;)

Σου'γραφα τόσα γράμματα
και πόσο λυπημένα
δεν μου'πες όυτε ένα
και στη γιορτή σου σου'στειλα τ'άνθη τα τακτικά σου
δεν έλαβα δικά σου.

Τώρα στο δρόμο σου περνώ
με μάτι κουρασμένο
(μa δε σε περιμένω)
μου φαίνεται πως όλα αυτά κοιμούνται σ'ένα τάφο
γι'αυτό και δεν σου γράφω.

'Ομως εκείνο το φιλί
(που δώσαμε σα φίλοι)
μου τυραννεί τα χείλη
το'χω για καταδίκη μου και για παρηγοριά μου
κρυμμένο στην καρδιά μου.